Είμαι εκπαιδευτικός σε δημόσιο σχολείο εδώ και 14 χρόνια. Δε θα αναφερθώ στις συνθήκες εργασίας και στις αμοιβές, στο αν και πόσοι δουλεύουμε για το σχολείο, γιατί για κάτι τέτοιο θα χρειαζόμουν μάλλον βιβλίο. Τη δουλειά μου την λατρεύω και με γεμίζει όσο τίποτα. Θα αναφερθώ σε αυτά που γίνονται τις τελευταίες μέρες στο χώρο μας, παίρνοντας αφορμή από την πρόσφατη συμμετοχή μου σε μια μαζικότατη γενική συνέλευση, η οποία μάλλον θα αποφασίσει, όπως αποφάσισαν και όλες οι άλλες, να στηρίξει την πρόταση της Ομοσπονδίας για την απεργία.
Θεωρώ ότι και σε αυτήν την περίπτωση, όπως και σε πολλές άλλες, έχουμε πέσει θύμα μιας καλοστημένης παγίδας από την κυβέρνηση και την ΟΛΜΕ (Να ξεκαθαρίσω ότι δεν ανήκω σε καμία παράταξη και γενικά δεν εμπιστεύομαι τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, χωρίς να καταδικάζω συλλήβδην όσους συνδικαλίζονται και αρθρώνουν πολιτικό λόγο).
Το σκεπτικό μου είναι το εξής: Οι εκπαιδευτικοί είμαστε ένας κλάδος πολυπληθέστατος και, συγκριτικά με άλλους, έχουμε τη δυνατότητα να ακουστεί η φωνή μας -άσχετα αν τα τελευταία χρόνια έχουμε αδρανοποιηθεί. Ήταν παραπάνω από σίγουρο ότι με τα μέτρα που πέρασαν με το πολυνομοσχέδιο -και με άλλα που έρχονται σύντομα, όπως φαίνεται- η αντίδρασή μας θα ήταν έντονη. Νιώθουμε όλοι ότι έφτασε ο κόμπος στο χτένι.
Οι σημερινές συνελεύσεις είναι τόσο μαζικές για δύο λόγους: ο ένας είναι τα απαράδεκτα μέτρα και ο άλλος η επιστράτευση.
Ο δρόμος του αγώνα θα ήταν ο εξής: Η ΟΛΜΕ καλεί γενικές συνελεύσεις και προτείνει απεργία. Οι περισσότερες ΕΛΜΕ δε θα ψήφιζαν απεργία μέσα στις πανελλαδικές, αλλά αργότερα. Αν η απεργία μας άρχιζε 3 του Ιούνη, οι ενδοσχολικές εξετάσεις θα καθυστερούσαν, όπως και η βαθμολόγηση των γραπτών των πανελληνίων. Κανείς όμως, γονιός ή μαθητής, δε θα στρεφόταν εναντίον μας. Έτσι, η κυβέρνηση δε θα είχε ούτε το ηθικό (το νομικό δεν το έχει έτσι κι αλλιώς) έρεισμα να μας επιτάξει. Κρίνοντας από τη μαζικότητά μας αυτή τη στιγμή, πιστεύω ότι μια τέτοια απεργία θα είχε ακόμη και τη δυναμική να κλονίσει την κυβέρνηση.
Αντ’ αυτού επιλέγεται κάτι άλλο: Η ΟΛΜΕ προτείνει μια απεργία που βρίσκει απέναντι το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου (με την ευγενική χορηγία και των ΜΜΕ, όπως πάντα) και δίνει το άλλοθι στην κυβέρνηση να μας επιτάξει και μάλιστα «μέχρι νεοτέρας»!
Τι σημαίνει, αλήθεια, το «μέχρι νεοτέρας»; Πότε θα είμαστε ελεύθεροι να απεργήσουμε ξανά; Τον Ιούλη; Το Σεπτέμβρη; Του χρόνου; Του αντίχρονου; Σε πέντε χρόνια; Πότε;!
Και αυτό που μας ζητάει, στην πραγματικότητα, η ΟΛΜΕ είναι να ψηφίσουμε απεργία στις συνελεύσεις και να πάμε στο σχολείο, διότι είμαστε επιταγμένοι! Μας ζητάει δηλαδή να γίνουμε γελοίοι! Εγώ, λοιπόν, έφυγα από τη συνέλευση, πριν ψηφίσω. Διότι, όταν ψηφίζω απεργία, απεργώ. Τώρα δε θα απεργήσω, αφού είμαι επιταγμένη.
Αναρωτιέμαι λοιπόν πόσο τυχαίος ήταν ο χρόνος που επέλεξε η κυβέρνηση, για να περάσει τα μέτρα αυτά.
Ήταν ο χρόνος ακριβώς που θα επέτρεπε στην ΟΛΜΕ να εκμεταλλευτεί την αγανάκτησή μας και να κηρύξει μια απεργία, η οποία θα μας αδρανοποιήσει τουλάχιστον για φέτος, και -πολύ φοβούμαι- και για χρόνια ακόμη, μετά την ήττα που νιώθουμε ότι υφιστάμεθα, προδομένοι από όλες τις πλευρές.